Εγώ, εσύ και αυτός ή εγω εσύ και αυτή..

Το περίμενα. Το ήξερα . Πολυ πριν σας γνωρίσω. Μοιραία η γνωριμία. Ο  έρωτας σας διαδέχτηκε αστραπιαία του δικου μας. Το ήξερα. Σας έφερα κοντά  οπως και να έχει. Μοιραίο. Στενάχωρο για μένα. Στενάχωρο συνάμα για εσάς. Θυσια προσμενε από εσας.  Το ανέμενα. Το ήθελα. Αυτό επιδίωκα. Προχωρήστε . Αφεθείτε στο έρωτα. Συνδράμετε στη απελευθέρωση μου. Ξεχάστε με.


Αμοιβαίο. Από την αρχή. Όπως συνήθως. Παραδοθειτε.  Χωρίς ενδοιασμούς. Είσαι φίλη μου. Σε αγαπώ και προσδοκώ την ευτυχία σου. Είσαι ο εραστής μου. Σε αγαπώ και προσδοκώ την ευτυχία σου.  Σου βρήκα άξιο ταίρι. Δοκιμασμένο.  Κάθε φορά με ρώταγες για εκείνη. Και εκείνη δεν δισταζε,  σε καθε ευκαιρια να μου αναφέρει ποσό αξιαγάπητος είσαι. Αμοιβαίος. Έρωτας από την αρχή. Δεν θέλησα να τον σταματήσω. Θέλησα να τον αναπτύξω. Σας βοήθησα. Σας βοήθησα να έρθετε  πιο κοντά . Σας αγαπώ. Δεν σας κρατάω κακία. Ήθελα πάντα τη καλύτερη μου φίλη μαζί μου.  Πάντα τον εραστή μου εξίσου. Δεν σας κατηγορώ. Είμαι έτοιμη για το τέλος.  Αγάπη μου!  Σταματά να με αγκαλιάζεις. Σταματά να με φιλάς. Τα φιλιά σου έπαψαν να  ανήκουν σε μένα.   Όχι.  Δεν σας κρατώ κακία. Σας αγαπώ. Μου ξαναδωσατε πίσω ότι κρυφά λαχταρούσα. Μια ελευθερία . Μια ελευθερία που φερει μαζί της,  μια μικρή στεναχώρια. Αντίο

21019

Άμαζονιος 22919 :

Περίμεναν τα αποτελέσματα. Το άγχος τους κυρίευε. Το περνούσαν όλο αυτό μαζί. Τα συναισθήματα τους διογκώνονταν με την αναμονή. Αυτή το ήξερε.Ένα αποτέλεσμα θα μπορούσε να αλλάξει όλη τη πορεία της ζωής της. Αυτός δεν ήξερε. Την καθησύχαζε. Που και που αγχωνοταν λόγω εκείνης. Την ρώταγε  Έχουμε λόγο να ανησυχούμε; Αυτή του απαντούσε με το βλέμμα της. Αυτό έκρυβε την απάντηση. Και η απάντηση ήταν φυσικά θετική. Και τότε άρχιζε να αγχώνονταν. 'Hξερε ότι μια νύχτα με αυτόν, θα μπορούσε να αλλοιώσει τη σχέσης της. Να την καταστρέψει. Δεν ανησυχούσε για τον εαυτό της. Περισσότερο για τον σύντροφό της. Μολονότι ότι δεν τον σκεφτόταν καθόλου οταν έκανε έρωτα με τον εραστή της. Ήξερε ότι ρισκάρει. Δεν την ένοιαζε. Ήταν ενα τόσο δυνατό απωθημένο που δεν μπορούσε να το αρνηθεί. Του το ομολόγησε ωστόσο. Ομολόγησε στο σύντροφο της το πάθος της. Δεν μετάνιωνε. Δεν αρνήθηκε τα συναισθήματα της. Ο σύντροφός της , αυτός ο υπέροχος άνθρωπος αγκάλιασε το πάθος της. Αναγνώρισε τη σύγχυση της. Τη λυπήθηκε. Έβλεπε ακόμη την αγάπη της μέσα της. Δεν μπορούσε να την εγκατάλειψει. Αυτή δεν χρειάστηκε καν να του πει πόσο τον αγαπά. Την στήριξε. Το κατάλαβε απο τη πρώτη στιγμή οτι κάτι είχε γίνει στη ζωή της. Το κατάλαβε τι. Ο έρωτας δεν ήταν πια απροστάτευτος οταν γυρισε. Δεν ήταν πια ο ίδιος. Η λαγνεία της και ο ποθοσ της ήταν διαφορετικός. Σιγομουρμουρούσε ξένες γι'αυτόν λέξεις.  Τα αγγίγματα της ήταν ξένα για αυτόν . Τα  βλέμματα της επίσης. Ένιωθε και αυτός μεγαλύτερο πόθο για εκείνη. Ενώ στεναχωριόταν. Δεν το  έθιξε απο τη πρώτη στιγμή. Ήταν τόσο μεγάλος ο σαρκικός του πόθος  που δεν μπορούσε να τον ελέγξει. Κάποια στιγμή το ομολόγησε. Εκείνη φυσικα το παραδέχτηκε.Δεν ήθελε να του το πει, παρα μονο άμα τον ρωτούσε. Ε λοιπόν την ρώτησε. Το παραδέχτηκε. Ήθελε να πάει για εξετάσεις αντι να το παραδεχτεί. Ο καιρός όμως περνούσε και δεν έβρισκε το χρόνο να πάει. Πήγαν λοιπόν μαζί. Κι να τώρα περίμεναν τα  αποτελέσματα. Ανήσυχη αυτή για αυτόν. Ο εραστής της ήταν ένας παρακμιακός.  Ένας υπέροχος άνθρωπος αντισυμβατικός που έκανε μονίμως έρωτα απροστάτευτο. Οι εξετάσεις δεν του είχαν περάσει ποτε απο το μυαλό. Δεν τον άγγιζε η ιδέα. Για αυτο και αυτή ανησυχούσε. Δεν ήξερε. Περίμεναν περίμεναν. Ο αριθμός της καλέστηκε. Ένιωθε ήδη τύψεις και ενοχικά για τον σύντροφό της. Ενώ έρωτας απροστάτευτος δεν διαπράχθηκε, επαφή με το αιμα υπήρχε. Το πάθος ήταν τόσο μεγάλο , που ο σύντροφός δεν ειχε έγνοιες. Ακόμα και αν εκείνη ήταν προσεχτική, και το απέφευγε. Περίμεναν  λοιπόν. Περίμεναν. Ο αριθμός της καλέστηκε. Ενοχικά εισήλθε της πόρτας. Το μέλλον της είχε προσχεδιαστει στο μυαλό της. Ένιωθε το αποτέλεσμα. Ένιωθε το σωμα της που της μιλούσε. Ήταν θετικό. Βγήκε εξω κλεμμαμενη. Συγκαταβατικός, μπήκε ο σύντροφός της μετα. Ήξερε με τι θα έρθει αντιμέτωπος. Θετικός και αυτός. Οροθετικοί και δυο. Εκείνη ένιωθε τρομερή ενοχή που του το έκανε αυτο. Μετά απο πολυ κλάμα., συνέχισαν κανονικά την ζωή τους. Δουλεια, ενοχικες αγκαλιές, σχεδίασμα του μέλλοντος. Ώσπου κάποια στιγμή εγκατέλειψαν. Τον ότι τον μέλλον ήταν σύντομο, ήταν μια κατάσταση απελευθερωτική. Τα εγκατέλειψαν όλα και πήγαν στο Αμαζόνιο να πεθάνουν εκεί. Έμεναν στο δασος. Όπως πάντα επιθυμούσαν αλλα δεν είχαν ποτε το κουράγιο να το ακολουθήσουν. Έκαναν έρωτα συνέχεια, , απολάμβαναν τη φύση και ξένοιαστα είπαν το τελευταίο αντίο στο κόσμο. Αρρώστησαν και οι δυο βαριά εκεί, και πέθαναν αρνούμενοι να σωθούν.


Η μούσα  των ηδονών 

Την είδα στο πολυήμερο φεστιβαλ. Στη συναυλια. Ομορφα πορτοκαλοκοκινα χρωματα στολιζαν τον ουρανο την ωρα που την ειδα για πρωτη φορα. Είχε εμφάνιση πολύ ιδιαίτερη. Φορούσε ένα τουρμπάνι που κάλυπτε τα καστανά μαλλιά της. Είχε μάτια γαλανά και ρούχα που αναδείκνυαν το καλαίσθητο σώμα της. Ανέμελη μάγευε τα πλήθη με το χορό της. Ο χορός της ήταν ανάλαφρος. Όπως και τα ρούχα της. Δεν άφηνε και πολλά στη φαντασία. Ήταν σαν μια όμορφη νύμφη. Τα χείλη της ήταν κόκκινα και σε καλούσαν να τους κάνεις έρωτα. Το σώμα της όλο,  σε καλούσε για έρωτα. Πλησίασε κοντά μου. Αιφνιδιάστηκα και  απήντησα στο ερωτικό της κάλεσμα με μειδίαμα. Θόλωσα και την κοίταξα με ψυχρότητα. Σίγουρα δεν το ανέμενε. Συνήθως δεν υπάρχει μια τέτοια ανταπόκριση. Ξαφνιάστηκε και χάθηκε φοβισμένη στο πλήθος. Την αντίκρισα ξανά την επόμενη. Με διαφορετικό μαντήλι. Εμφανίστηκε μπροστά μου σαν αρχαιοελληνική θεά με ανατολίτικο τουρμπάνι. Κάθισε. Σκεφτόμουν όλο το βράδυ να γλύφω με αυτοεγκατάλειψη το τρυφερό δροσερό μουνάκι της. Το σώμα της μαρτυρούσε τη φρεσκάδα του νόστιμου τριανταφύλλου της. Το σκεφτόμουν , το σκεφτόμουν. Και με σκλάβωνε η σκέψη. Δίστασα . Όπως κάθε φορά. Δίστασα να ενεργήσω. Καθώς την αντικρισα την επομενη μερα, αποφασισα να της μαρτυρησω βλεμματικά τη παρουσια μου. Την κοιταξα αποφασιστικά  αυτή τη φορα. Ανταποκριθηκε. Με βλέμμα σταθερό και όχι τσαχπινικο οπως αλλοτε. Και απο τοτε δεν μου ανταπέδωσε κανένα βλέμμα. Αρχισα τοτε να αμφιβαλλω. Αρχισα να γιειωνω τον ερωτικο μου πόθο. Να τον μηδενιζω. Ωσπου την αντικρυσα το βράδυ. Στη επομενη συναυλία. Έπαιζε εμπαχτικά με όλους και όλες. Ολοι και όλες σαν υποχείρια θαμπωνοταν απο τη γοητευτικοτητα της. Καποια στιγμη, έμεινε μόνο με τα απαραιτητα και αυτό  για να μη κατηγορηθεί για προσβολή δημόσιας αιδούς. Με ένα μπλούζακι που φανέρωνε το στητό της μυτερό στηθάκι της και με ένα ψιλοκάβαλο μαγιο. Η συναυλια , μολονότι ωραια, δεν κατάφερει να με κρατήσει. Την κοιτούσα με λαγνία τρομερή. Ήθελα να σφίξω το τρομερό της κωλαράκι, να το ταράξω. Να το ταρακουνάω όσο εκέινη με κοιτά φλογερα απο ηδονή. Δεν θέλω να μου δωσει τίποτα. Θελω ανιδιοτελως να της προσφερω ηδονή. Η επιθυμια με καιει. Τη βλεπω καθαρά σαρκικά. Δεν με ανησυχούσε καμία σκέψη. Δεν θα ήθελα να ξέρω τίποτα για αυτή. Ουτε καν το όνομα της . Φοβουμουν ότι όλο αυτό θα έβαζε τέλος στη φαντασίωση μου. Την έβλεπα σαν κομμάτι κρεας. Πράγμα που σιχαινόμουν.  Σιχαινόμουν ανελέητα τον ευατο μου και καυλωνα όλο και περισσότερο με αυτή τη σκεψη. Ηταν το αντικείμνενο του ποθου μου, εξιδανικευμενο. Δεν ήθελα να έχει λόγο σε όλο αυτό. Θα ήθελα απλά να παραδοθεί στην απολαυση. Οι σκέψεις μου με φόβισαν. Δεν μπορουσα να τις σφραγίσω. Οσο περνουσε η βραδιά, ανακαλυπτα όλο και περισσοτερο, οτι η επιθυμια δεν θα παρει μορφη, και ετσι άρχισα να την απομυθοποιώ ώσπου την ξέχασα. Ο ποθος μου πέρασε. Συνειδητοποίησα μια ρηχότητα. Ενα επιτηδευμένο σεξαπιλ. Και εγκατέλειψα. Έκτοτε περνούσε απο μπροστα μου και σκέψη δεν περνουσε απο το μυαλό μου.Η σκέψη της ερχόταν, παρερχόταν. Είχα και περισπασμούς ωστόσο ικανούς να με κάνουν να ξεχάσω. Υπήρχε ακόμη μια κοπέλα. Η και δυο. Το βλέμμα μου δεν την άγγιξε ώς τη τελευταια μέρα. Τοτε την ξαναειδα. Και η φαντασία ενεργοποιήθηκε για μια φορά ακόμη. Μου εβγαλε κατι ανθρωπινο. Διαβασα ένα αίσθημα ανικανοποίητου, μια ματαιοδοξία.  Μια λύπη. Μια διάθεση αυτοκτονική. Η ομορφία της παρέμενε αναλλοίωτη. Τοτε, την αγάπησα. Αγάπησα τη λύπη της. Αγάπησα το ανθρωπινο στοιχείο μεσα της. Την μοναξια της. Και ήθελα να την κανω δικη μου! 


Καλοκαίρι του 19


Eκείνη
 
...Παρακάτω θα σας διηγηθώ τη λυπητερή ιστορία μου. Με λένε Κέιτλιν και εκείνον Πίτερ. Ήρθαμε απο τη μακρυνή Αυστραλία για να μείνουμε στο Λονδίνο. Οι λόγοι ήταν πολλοί και η ιστορία μεγάλη. Ήμαστε παιδικοί φίλοι απο παλιά. Εγώ ήμουν αυτή που έκανε το μεγάλο βήμα πρώτη. Εκείνος απο απελπισία με ακολούθησε. Δεν μέναμε απο την αρχή στο ίδιο σπίτι. Πλεον συγκατοικούμε. Τα δωμάτια μας είναι διπλανά. Βέβαια , δεν μένουμε μόνοι μας. Έχουμε ακόμη δυο συγκατοίκους. Το σπίτι είναι μεγάλο , με αποτέλεσμα οι άλλοι δυο να έχουν καθαρό ατομικό χώρο καθώς μένουν στον επάνω όροφο και ανεβαίνουν απο διαφορετική σκάλα. Τα δικά μας δωμάτια όμως είναι διπλανά. Αυτό σημαίνει ότι τα ζούμε όλα μαζί. Τη μουσική , το σεξ, την ένταση , την ησυχία. Μοιραζόμαστε κοινή εμπειρία των ήχων. Είτε αυτοί είναι ήχοι μελωδικοί είτε είναι ήχοι ηδονής είτε είναι απόκοσμοι ήχοι. Όλα μαζί.
Οι καθημερινότητες μας είναι απλές και ρέουν σε συμβαδίζοντα ρυθμό. Εργαζόμενα νιάτα και οι δυο , ξυπνάμε νώρις , ανταλλάζουμε μια χαμογελαστή καλημέρα και εγκαταλείπουμε το σπίτι μαζί. Οι διαδρομές μας δεν είναι συγκλίνουσες. Βαδίζουμε μαζί στην αρχή και φτάνουμε στη δουλειά μόνοι. Μας χωρίζει το κανάλι. Δουλεύουμε και οι δυο σε καφετέριες αντικριστές. Η πρωινή διαδρομή είναι σιωπηλή. Περπατάμε βουβά παρατηρώντας τη φύση. Που και που ανταλλάζουμε γλυκά χαμόγελα αγάπης αλλα δεν μιλάμε. Έχουμε και οι δυο ανάγκη ενός ήσυχου πρωινού. Πριν πας και κάνεις μια εξαναγκαστική και μονότονη εργασία , εχεις ανάγκη να προετοιμάσεις τον ευατό σου. Και η φύση βοηθά σε αυτό. Το περιβαλλον γυρω μας είναι όμορφο και κατευναστικό. Οποτε χωρις ένταση ξεκινάμε και οι δυο τη ρουτίνα μας.
Μετά γυρίζουμε σπίτι . Άλλοτε γυρνώ αργότερα άλλοτε νωρίτερα. Οταν γυρνά ο Πιτερ κάθε φορά με αναζητά. Περνόντας απο τους κοινόχρηστους χώρους ρωτά τους συγκατοίκους : ''Είναι η Κέιλα εδώ''; Συνηθώς εγώ γυρνώ νωρίτερα. Και όταν η απάντηση είναι θετική , γεμάτος χαμόγελο , μπουκάρει στο δωμάτιο μου. Και τότε σνιφάρουμε τη πρώτη γραμμή χαράς. Κλεινόμαστε στο δωμάτιο μου για ώρες . Έιμαι σίγουρη ότι οι συγκάτοικοι αναρωτιούνται τι κάνουμε τόσες ώρες μέσα στο δωμάτιο αφού η πιθανότητα σεξουαλικής φύσεως είναι αποκλεισμένη. Ε λοιπόν σνιφάρουμε. Σνιφάρουμε συνέχεια. Είναι αυτό ακριβώς που χρειαζόμαστε και οι δυο μέτα απο μια μονότονη μέρα δουλειάς. Ενα φίλο που μας αγαπα ατελέσφορα και μας το δείχνει με κάθε ευκαιρία και μια γραμμή !Και ετσι οδηγούμαστε σε ευφορία. Και ναι η μέρα καλυτερεύει. Μαλλον μονο για εκέινον . Γιατι για μένα , αρχιζει τότε το μαρτύριο.
Τότε. Τότε που άρχίζει και μοιράζεται τις χθεσινοβραδυνές του εμπειρίες. Τότε που αρχιζει και μου λέει πόσο καλά τον πήδηξε ο Τζον χθές βράδυ. Με τη πάθος και βιαιότητα έχωσε το πουλί του , μέσα στο κώλο του. Με τη ηδονή τελέιωσε μέσα του. Και τότε αρχίζω και σνιφάρρω ατελείωτα. Κεταμίνη. Ναι η κεταμίνη βοηθά . Δρα αντικαταθλιπτικά. Η κεταμίνη είναι το αντίδοτο στο πενιχρό μου μαρτύριο. Η τεχνητή ευφορία που μου προσφέρει με κάνει να ξεχνώ πόσο λυπημένη νιώθω με όλες αυτές τις αναδιηγήσεις. Το ένα σνιφάρισμα φέρνει το άλλο και ξαφνικά άρχιζω και τραγουδώ. Με το καλύτερο μου φίλο. Και ετσι απο βαθιά λυπημένη γίνομαι για το καλύτερο μου φίλο, η καλύτερη παρέα. Και τότε ξεχνιομαστε. Και αρχιζουμε να τραγουδαμε και να χορεύουμε. Τότε αρχίζουν και τα λούσα και σταματούν κάπως έτσι φυσικά οι βασανιστικές αναδιηγήσεις. Και κάπως έτσι περνά η κάθε μας μέρα.
Εως που έρχεται πρωτοχρονιά χωρίς να το καταλάβουμε...
Και θα τη περάσουμε χωριστά. Με διαφορετικούς εραστές. Λιγα λεπτά μετά την αλλαγή του χρόνου, εξήλθαμε του σπιτιού. Συσσωρευμένο πλήθος κυρίευε τη πόρτα τη πόρτα του γείτονα. Μεταξυ αυτών διακρίναμε δυο γνωστές φυσιογνωμίες. Μετά απο φιλικούς χαιρετισμούς , τους προσκαλέσαμε σπίτι μας. Ο δικός μου γνωστός, ήταν περιστασιακός εραστής μου. Ο δικός του, μια απλή γνωριμία κάπου, κάποτε, ένα βράδυ μεταξύ φίλων. Καθίμενοι όλοι στο ίδιο τραπέζι συνομιλούσαμε Ο καθένας είχε διαφορετικό κέντρο εστιάσης. Ο εραστής μου εμένα, ο Πιτερ τον επισκέπτη του , ο επισκέπτης του αυτόν και εγώ ,αυτούς . Οι συνομιλίες ήταν δυαδικές. Ο καθένας συνομιλούσε με τη πηγή του ενδιαφερόντος του. Ρίχνοντας ένα τελευταίο στενάχωρο βλέμμα στο Πιτερ, αναχώρησα .Ο εραστής μου με ακολούθησε. Η αναχώρηση μου ήταν σιωπηλή. Πέρασα το βράδυ μαζί του. Πάντα η επαφή μαζι του με κάνει και ξεχνω οτι πονώ. Οτι πονώ καθημερινά.
Λιγες ώρες αργότερα, εξήλθα του δωματίο μου με σκοπό να πιω νερό. Την ώρα εκείνη , εξήλθε και αυτός απο το μπάνιο. Ο εραστής του τον φώναζε. Ανταλλάξαμε ενα ταπεινωμένο βλέμμα και σιωπηλοί κλειστήκαμε στα δωμάτια μας.
To επόμενο πρωινο ήταν ενα απο εκείνα.. Με αναζητούσες...Ρωτούσες. Αλλα είχα ήδη φύγει...Και το ήξερες. Απο το βράδυ ...Απο την ώρα που κοιταχτήκαμε..αλλά αποκοιμήθηκες στη ζεστή αγκαλιά του συντρόφου σου...γεμάτος ενοχές ..γιατί ήξερες..

 

To κρεβάτι
 
Κάθε μέρα ξαπλώνω και ξέρω ότι θα εγκλωβιστώ πάλι στο όνειρο. Και φοβάμαι να ξαπλώσω. Κάθε μέρα το ίδιο επαναλαμβανόμενο όνειρο απο το οποίο προσπαθώ να δραπετεύσω. Κάθε μέρα φτάνω πιο κοντά. Αλλά δεν τα καταφέρνω. Και ξυπνώ αποκαρδιωμένη. Ξυπνώ με το φόβο του ύπνου. Ξέρω ότι η κοπέλα του ονείρου με περιμένει να την ελευθερώσω. Έχει εναποθέσει τις ελπίδες της σε μένα. Αν τα καταφέρω αυτομάτως ελευθερώνομαι και εγώ απο τα δεσμά του επαναλαμβανόμενου ονείρου.
Πλησιάζει η νύχτα. Αποφασισμένη παραδίνομαι στον ύπνο. Η πρωταγωνίστρια του ονείρου μου είναι κοντά. Ξεπέρνα το φράχτη. Ο φράχτης είναι το τελευταίο εμπόδιο που όφειλε να ξεπεράσει. Όμως η μητέρα της δεν αργεί να συνειδητοποιήσει ότι είχε ώρα να ακούσει νέα απο την κόρη της. Στέλνει λοιπόν κάποιον στο δωμάτιο της για να την αναζητήσει. Στο δωμάτιο της βρισκόταν ο συγκάτοικος της ο οποίος είχε γνώση περι των επιθυμιών της πρωταγωνίστριας μου. Ήταν ο μόνος που ήξερε. Όλα αυτά τα χρόνια, η κοπέλα δεν είχε δείξει σκοπίμως κανένα σημάδι ύποπτο. Ο συγκάτοικος της ήταν ο μόνος που εμπιστευόταν. Φυσιολογικά δεν θα έπρεπε καθώς η σκοπιμότητα των αρσενικών συγκατοίκων ήταν η κατασκοπία των θηλυκών. Τα αρσενικά δεν είχαν ποτέ επιθυμίες δραπέτευσης καθώς μπορούσαν ανεμπόδιστα να ελιχθούν μεταξύ του αληθινού και του κόσμου τους.
Τα νεαρά κορίτσια ήταν αυτά που ήταν περιορισμένα. Κάτω υπο την επιμέλεια της μητέρας της, βρίσκονταν πολλές νεαρές. Πολλές απο αυτές είχαν προσπαθήσει να δραπετεύσουν. Ο αληθινός κόσμος τους γοήτευε. Είχαν ακούσει πολλά παραμύθια περι αυτού. Αλλά δεν ήξεραν τι ήταν αληθινό και τι όχι. Όλες αυτές οι αφηγήσεις είχαν εξεγείρει ακόμη περισσότερο την φαντασία τους και είχαν διογκώσει την επιθυμία φυγής.Είχαν μια ιδανική εικόνα του κόσμου. Δεν ήξεραν τίποτα απο το πόνο και τα βάσανα που έκρυβε η απελευθέρωση. Σαν την Εύα, επιθυμούσαν να γευτούν τους χυμούς του απαγορευμένου καρπού.
Ο νεαρός λοιπόν συγκάτοικος ήθελε να βοηθήσει τη φίλη του. Τη στιγμή που η φίλη του προσπαθούσε να ξεπεράσει το φράχτη, εκείνος σκοπίμως γινόταν φλύαρος σε κάθε ερώτηση του απεσταλμένου. Η φίλη του, ναι ξέπερασε τον ψηλό φράχτη εκείνη τη στιγμή που αυτός παραπλανούσε τον απεσταλμένο. Αλλά την στιγμή εκείνη που το πραγμάτωσε , την εντόπισαν τα μάτια της θείας της που έκανε αγγαροδουλειές στο κήπο. Μια δυνατή κραυγή ήταν αρκετή για να την ακούσει η αδερφή της και να αναχαιτίσει τη φυγή. Έτσι και έγινε. Έτσι ξυπνώ, γυρνώ πλευρό , κλείνω τα μάτια και ξαναεγκλωβίζομαι στο όνειρο.
Το όνειρο μου ξεκινούσε πάντα απο την αρχή. Έβλεπα όλη την ιστορία καταπίεσης της πρωταγωνίστριας μου. Και η ιστορία τροποποιούταν κάθε φορά στο ίδιο χρονικό σημείο. Εκείνο το καταμεσήμερο. Μου αποφάσιζε να βάλει σε εφαρμογή το σχέδιο δραπέτευσης της. Στο σημείο εκείνο, κάθε φορά η πλοκή έπαιρνε διαφορετική τροπή. Η σκέψη μου κατεύθυνε τη δραπέτευση. Αν η σκέψη μου δεν έβρισκε γρήγορους και αποτελεσματικούς τρόπους αντιμετώπισης των επικείμενων δυσκολιών, το σχέδιο δραπέτευσης αποτύγχανε.

2-3-19

 
Η αλληγορία του ένα

 

Μια φορά ήταν ένας. Και άλλος Ένας.
Διαφορετική καταγωγή , διαφορετική ιδιοσυγκρασία , κοινό πάθος.
Τον βάραιναν πάθη όμως τον Έναν.
Πάθη άλλα.
Πάθη πολλά.
Απο κείνα τα κακά.
Οικογένεια, παιδιά , ρουτίνα!
Του προκαλούσαν καθημερινά σφίξιμο.
Η γνωριμία με τον έναν του απήλυνε αρχικά το πόνο.
Η καρδιά είχε βρεί ξανά το ρυθμό που απο καιρό είχε χάσει.
 
Και κάπως έτσι τα παράτησε όλα.
Ο Ένας και ένας γίναν δυο.
Και πήραν το δρόμο το κοινό.
Δρόμος μακρύς.
Δρόμος σκληρός.
Το κοινό πάθος βρήκε έδαφος να ευδοκιμήσει.
Ο έρωτας τους μεταμορφωνόταν κάθε πρωινό.
Αποκτούσε μορφή.
Μορφή γλυκιά.
Λιώναν και οι δυο απο χαρά!
Όπως τα γλυκά τους.
 
Η ευτυχία δεν κράτησε πολύ.
Τα πάθη δεν τον άφηναν ήσυχο.
Καθημερινά απρόσκλητες σκέψεις εμφανίζονταν βίαια
και τεμάχιζαν ότι όμορφο βρισκόταν μέσα του.
Δεν ήξερε πως να προστατέψει αυτή την ομορφιά.
Σαν πρωτάρης, αποφάσισε να την σκοτώσει.
Με σκοινί.
Γύρω απο το λαιμό.
Ο ένας ξαναέγινε ένας.
Δεν είχε πια τον Έναν του.
Και ακολούθησε το μοναχικό δρόμο της μονάδας.
14.12.19

 

 
Η Κάρολ και τα πάθη της

 

Η Κάρολ βρισκόταν μαζί με την οικογένεια της σε διακοπές. Κάποια νύχτα, επιστρέφοντας από την νυχτερινή τους έξοδο, ανέβαιναν τον κατήφορο που οδηγούσε στο εξοχικό τους. Καθώς ανέβαιναν η Κάρολ διέκρινε ένα φορτηγό να κατηφορίζει χωρίς οδηγό. Στη θέση του οδηγού υπήρχε ένας σκύλος. Αυτό ήταν το πρώτο σημάδι που την προβλημάτισε. Αναρωτιόταν ωστόσο γιατί προβλημάτισε μόνο εκείνη. Πως γίνεται να είχε περάσει αδιάφορο απο την υπόλοιπη οικογένεια; Κατα την διάρκεια αυτών των σκέψεων, το φορτηγό που προσέγγιζε το τέλος του δρόμου που οδηγούσε σε στροφή, εκτροχιάστηκε και παράπεσε απο το φρενάρισμα στη λίμνη! Σκοτώθηκαν πολλοί! Τότε άρχισαν να αντιδρούν κάπως οι δικοί της. Συγκρατημένοι ωστόσο.
Στη συνέχεια, εμφανίστηκε ένα λεωφορείο. Οδηγός του, ένα ζώο πάλι. Η Κάρολ είχε κακό προαίσθημα! Αποφάσισε λοιπόν να προστατεύσει την οικογένεια της, οδηγώντας τους σε ένα μέρος κοντά στη λίμνη. Εκεί που κατέληγε ο δρόμος. Εκεί που έγινε το ατύχημα. Όφειλαν να διασχίσουν ένα βραχώδη μονοπάτι για να φτάσουν εκεί. Το μονοπάτι αυτό οδηγούσε σε ένα πλάτιασμα απο μπετόν που είχε τεχνητά φτιαχτεί για να αγναντεύει ο κόσμος τη πελώρια λίμνη. Το πλάτιασμα απο μπετόν ήταν περιτριγυρισμένο απο κοφτερά βράχια. Άγριο μέρος. Μια ήταν η είσοδος και μια η έξοδος απο αυτό το βραχώδη μέρος. Η Κάρολ κρύφτηκε λίγο παραπέρα χωρίς να εξακριβώσει αν η οικογένεια της είχε κρυφτεί καλά. Κρύφτηκε κάτω απο κάποια βράχια που είχαν σχήμα σκάλας. Ήταν πολύ στενά και με το ζόρι χωρούσε ένα άτομο. Εκεί λοιπόν, στο σκοτεινή γεμάτή απο ιστούς αράχνης κρυψώνα της, άκουγε γδούμπους. Γδούμποι που προέρχοταν απο πάνω της. Κάποιος περπατούσε με βήματα σταγερά απο πάνω της. Πάνω σε αυτή σκάλα απο βράχια! Ενίωθε ότι την καταζητούσαν. Δεν ήξερε γιατί. Μετά απο λίγο, εμφανίστηκε η αδερφή της. Χώθηκε γοργά στην κρυψώνα. Όμως η κρυψώνα ήταν πολύ μικρή και παρακαλούσε την Κάρολ για περισσότερο χώρο. Στο μεταξύ, όλοι και περισσότεροι άνθρωποι κατέφθαναν πανικόβλητοι αναζητώντας μια κρυψώνα. Κάτι που προκάλεσε στη Κάρολ ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία. Η αδερφή της συνέχισε να την παρακαλά για περισσότερο χώρο τον οποίο η Καρολ δεν μπορούσε αναγκαστικά να παραχωρήσει. Έτσι, λίγο μετά το τελευταίο παρακάλι, κάποιος τράβηξε προς τα πάνω την αδερφή της, απο ένα απο τα σημεία της που εξείχαν, χωρίς αυτός ο ''κάποιος ''να κατέβει πιο κάτω. Η αδερφή της την κοιτούσε επίμονα, την ώρα που την τραβούσαν πάνω. Το μόνο που πρόλαβε γεμάτη παράπονο να πει, ήταν : «Φαινόμουν». Εκείνη τη στιγμή αυτομάτως η Κάρολ τρομοκρατήθηκε. Ανησυχούσε ότι η τελεύταια κουβέντας της αδερφής της θα την προδώσει.
Περίμενε για πολυ ώρα να σταματήσουν οι γδούμποι που ακούγονταν απο πάνω της έτσι ώστε να αναχωρήσει και να βρεί καλύτερη κρυψώνα. Περίμενε . Περίμενε. Ώσπου μια εύσωμη κυρία κατέφθασε. Απο την κρυψώνα της μπορούσε να διακρίνει μόνο τα πόδια της. Περίμενε . Περίμενε. Περίμενε για να δει την επόμενη κίνηση της κυρίας αυτής. Ώσπου αυτή χαμήλωσε το κέντρο βάρους της και είπε : « να! Βγες! Έλα!». Η Κάρολ συνοφρυωμένη αναρωτιόταν αν θα έπρεπε να την ακούσει και να βγει ή όχι. Έβγαλε λοιπόν δειλά δειλά το κεφαλάκι της και επεξεργάστηκε αρχικώς το χώρο. Και είδε κάτι άλλοτε δεν είχε διακρίνει. Μολονότι ήξερε πολυ καλά αυτά τα βράχια, αυτό κατάφερε να διαφύγει της προσοχής της. Ήταν ένα πέρασμα. Ένα πέρασμα που δεν ήξερε που οδηγεί ωστόσο. Μιας και μόλις το ανακάλυψε. Βγήκε λοιπόν γοργά απο την κρυψώνα της και έσπευσε προς αυτό. Έτρεχε .Έτρεχε, προσπαθώντας να ξεφύγει. Ένιωθε ότι αυτή η κυρία ήταν κακός οιωνός. Απομακρύνονταν γοργά απο αυτήν. Εκείνη συνέχισε να περπατά ξοπίσω της . Δίχως προσπάθεια να επιταχύνει το βάδισμα. Σαν να ήξερε ότι δεν υπάρχει τρόπος διαφυγής για τη νεαρή την Κάρολ. Το δρομάκι αυτό την οδήγησε σε ένα κυκλικό μέρος. Χωρίς πολύ φώς. Βραχώδη. Το μέρος ήταν γεμάτο απο ανθρώπους . Μάντεψε ότι και αυτοί βρίσκονται στην ίδια κατάσταση. Έφτασε στο κυκλικό αυτό μέρος με μεγάλη ταχύτητα. Λαχανιασμένη. Ψάχνοντας απεγνωσμένα για έξοδο . Αναζητώντας πιθανές εξόδους , πλησίασε αναγκαστικά πολλούς απο αυτούς που βρίσκονταν εκεί. Και αυτόι, πανικόβλητοι απομακρύνονταν γοργά σχηματίζοντας σωρό. Όσο πλησίαζε , τόσο απομακρύνονταν.
Ώσπου ξαφνικά κατέφτασε και η εύσωμη κυρία . Και η Κάρολ άρχισε αυθόρμητα να της πετά πέτρες με μεγάλη νευρικότητα για να την τραυματίσει. Η κυρία της αποκρίθηκε ότι δεν μπορεί να την πληγώσει. Αναζητώντας εναλλακτικές, η Κάρολ μέτα απο μια περιφερειακή ματιά, ανιχνεύει μία πέτρα όμοια με μυτερό μαχαίρι. Έκανε λοιπόν απόπειρα να την τρυπήσει στο στομάχι. Απέτυχε τελικώς να την πληγώσει βαθιά. Η κυρία της ξαναποκρίθη ότι είναι αδύνατον να την σκοτώσει και στη συνέχεια κοιτάζοντας τον όχλο γύρω της , που παρέμενε παθητικός στο θέαμα, άρχιζε να φωνάζει την ηλικία της νεαρής. «Είναι δεκαεννιά» έλεγε. « Είναι δεκαεννιά». «Πρέπει να θανατωθεί» έκραξε σπαρακτικά. Η Κάρολ άρχισε να αναρωτιέται πως η εύσωμη κυρία ήξερε την ηλικία της και γιατί αναφέρθηκε σε αυτήν. Στο μεταξύ , υπήρχε εμφανής κινητικότητα μεταξύ του όχλου. Ένας ενδεχομένως διχασμός που προκλήθηκε εμφανώς απο την εύσωμη κυρία. Άλλοι προβληματίζονταν με το εαν θα πρέπει να βοηθήσουν την νεαρή να δραπετεύσει και άλλοι προβληματίζονταν με το εαν πρέπει να την παγιδεύσουν. Στο μεταξύ, η Κάρολ μπροστά στις νέες εξελίξεις, έκανε αυθόρμητα και δέυτερη απόπειρα να θανατώσει την έυσωμη κυρία, η οποία ήταν φανέρα πιο επιτυχής απο την πρώτη κάθως άρχισε το αίμα να κυλά. Τότε σιγά σιγά, άρχισε η κυρία να χαμηλώνει το κέντρο βάρους την , να λυγίζει τα γόνατα της ώσπου τελικά έπεσε χάμω. Χωρίς να σταματήσει να κοιτά ωστόσο επίμονα την νεαρή. Με ύφος που παρέμεινε απρόσβλητο ενόψει τραυματισμού.
Τότε κάποιος μεταξύ του πλήθους πήρε πρωτοβουλία και άρχισε να καταδιώκει τη Κάρολ, ανησυχώντας ότι η ύπαρξη της τελευταίας, μπορεί να αποβεί μοιραία για όλους. Η Κάρολ λοιπόν ξεκίνησε να τρέχει και αυτή με το πλήθος να υποχωρεί στη δίοδο της. Έτσι γρήγορα κατάφερε να βρεί διέξοδο απο αυτό το κυκλικό μέρος. Ακολούθησε το πέρασμα το οποίο την οδήγησε σε ένα σπίτι. Άνοιξε δίχως φόβο την πόρτα και την έκλεισε με βία και ορμή για να εμποδίσει την είσοδο στον καταδιώκτη της . Αφότου κλειδώσε, άρχισε να ανεβαίνει την σκάλα που βρισκόταν ευθύς μπροστά της. Ανέβαινε . Ανέβαινε. Ανέβαινε. Και καθώς ανέβαινε τα σκαλιά, αυτά φάνταζαν στα μάτια της να αποκτούν καλύτερη όψη. Στο τέλος της σκάλας αντίκρυσε μια ορθάνοιχτη πόρτα . Μια πόρτα που οδηγούσε σε ένα διαμπερές δωμάτιο με βεράντα. Βεράντα με θέα τη λίμνη. Αφότου μπήκε, διέκρινε δυο κυρίες που η μία χτένιζε αθόρυβα την άλλη. Αντιλαμβανόμενες την ύπαρξη της νεαρής, αλληλοκοιτάχτηκαν και μονολογήσαν ταυτοχρόνως« Μα καλά..ζεί;». η δήλωση αυτή ήταν αρκετή για να κάνει την Κάρολ να θέλει να διαφύγει. Έτρεξε λοιπόν, προς τη κατέθυνση τη βεράντας. Εκεί χωρίς να το πολυσκεφτεί -καθώς είχε ήδη εμφανιστεί μια τρίτη κυρία που την καταδίωκε- πήδα απο τη βεράντα και πέφτει στη λίμνη. Η κυρία αρχικώς καθησυχασμένη, αντίκρυζε αποσβολωμένη την απομάκρυνση της νεαρής απο τη βεράντα. Τα κύματα οδηγούσαν την νεαρή μακριά . Η φορά τους ήταν συγκεκριμένη και δεν μπορούσε να εναντιωθεί σε αυτά. Η Κάρολ, αρχικώς ανακουφισμένη απο το γλιτωμό της, δεν άργησε να αρχίσει να ανησυχεί. Καθώς το σπίτι με τη βεράντα, το σημείο αναφοράς της που μαρτυρούσε στεριά, άρχισε να φαίνεται με δυσκολία. Στο μεταξύ άρχισε να συνειδητοποιεί ότι κολυμπούσαν γύρω της πολλές κοπέλες της ηλικίας της. Ανέμελες. Ευδιάθετες. Χαρωπές. Διασκέδαζαν με το νέρο και κολυμπούσαν αδιαφορώντας για το οτιδήποτε. Τα νερά ήταν γλυκά, ζεστά . Θύμιζαν λουτρά. Με δυσκολία ήθελες να τα αποχωριστείς. Σου προκαλούσαν την επιθυμία να μην βγείς ποτέ απο αυτά. Έτσι λοιπόν και η Κάρολ , κολυμπώντας σε αυτή τη παραδεισένια λίμνη ξεχάστηκε. Άρχισε και αυτή ξέγνοιαστα να κολυμπά. Για ώρα. Ώσπου κάποια στιγμή, ξύπνησε απο το όνειρο. Συνειδητοποίησε ότι είχε περάσει αθέλητα πολυ ώρα στο νερό. Η κυρία που την παρακολούθουσε απο την βεράντα είχε προπολού αποχωρήσει, πεπεισμένη ενδεχομένως για τη πιθανή κατάληξη της νεαρής. Η Καρολ μολονότι καθυστερημένα, συνειδητοποίησε ότι εαν δεν βγεί οσονούπω απο τα νερά, θα αυτοπαγιδευτεί. Οπώς άλλωστε και τα υπόλοιπα κορίτσια γύρω της. Άρχισε λοιπόν να κολυμπά με σθένος, κόντρα στα ορμητικά νερά.
Μετα απο μεγάλη και υπεράνθρωπη προσπάθεια, κατάφερει να προσεγγίσει τη στεριά. Εκεί στο σπίτι με τη βεράντα-το μόνο που φαινόταν απο τα μέσα της πελώριας λίμνης-εντόπισε προς το τέλος του κτιρίου στα δεξιά, μια σιδερένια πόρτα . Την παρατήρησε όντας μέσα στη λίμνη. Ήταν όρθάνοιχτη και έμοιαζε να σε προσκαλούσε. Η Κάρολ είχε καλό προαίσθημα. Θεωρούσε ότι μετά απο αυτή τη δοκιμασία που πέρασε , κατάφερε να βρεί την αληθινή διέξοδου απο αυτή την ζοφερή πραγματικότητα. Καθώς την προσέγγιζε, η κυρία που την παρακολουθούσε απο το μπαλκόνι, την ανίχνευσε. Έτρεξε λοιπόν η Κάρολ με ορμητικότητα προς την σιδερένια πόρτα νιώθοντας πεπεισμένη ότι ήταν η σωτηρία της. Μπαίνοντας μέσα, αντικρύσε τζαμαρίες γύρω της παντού. Και μια στριφογυριστή σκάλα. Αφού εξερεύνησε λίγο τον άδειο χώρο, έπεσε τυχαία πάνω σε έναν άντρα. Νιώθωντας ανακουφισμένη που τον είδε, θεωρώντας ότι είναι ο σωτήρας της, αρχίσε να του διηγείται τα πάντα. Το βλέμμα του που έμοιαζε αρχικά καθαρό, αρχιζε σιγά σιγά να παραμορφώνεται όσο η Κάρολ διηγούνταν τα πάθη της. Ώσπου ξαφνικά, αφου τη διέκοψε, αναφώνησε « Μα καλά, πως είναι δυνατόν;» και δίχως δισταγμό ... την καρφώσε στο στήθος, με κομμάτι γυαλιού που προμηθεύτηκε απο τη τζαμαρία, που έσπασε νευρικά με τα ίδια του τα χέρια!

 

 
Η μικρή Μαρία περιπλανώμενη σε γνώριμους δρόμους

 

Η μαρία έφευγε απο το σπίτι της φίλης της που δεν βρισκόταν και πολύ μακριά απο το δικό της .Όλη την διαδρομή προς το σπίτι της, την έκανε πάρα πολύ γρήγορα, σαν κάτι να την κυνηγούσε. Καθώς πλησίαζε την ανηφόρα της , κατέβηκε απο το ποδήλατο της και ανηφόριζε κρατώντας το στα χέρια. Ξαφνικά ένιωσε οτι την σκιά του ποδηλάτου της την συνοδεύει κάποια σκιά! Καθόλου γνώριμη. Γεμάτη φόβο και δέος λοιπόν, γυρνάει απότομα για να δει τι προσπαθεί να κρυφτεί στην σκιά του ποδηλάτου της. Ανακάλυψε ωστόσο, ότι δεν υπήρχε τίποτα, παρά τους περίεργους θορύβους που συνέχιζαν να της προκαλούν δυσφορία.
Μετά απο λίγο ακούστηκε μια φωνή τρόμου. Μια κοριτσίστικη φωνή να φωνάζει δυνατά-τόσο δυνατά σαν να μην υπήρχε αύριο- «μπαμπααααα». Η μικρή Μαρία ευελπιστούσε για την παρουσία του πατέρα της στο σπίτι. Αλλά μάταια . Κανείς δεν βρισκόταν σπίτι.
Η κραυγή της ωστόσο, δεν πέρασε αδιάφορη μεταξύ των γειτόνων. Απο φόβο, δεν βγήκε κανείς τα πρώτα λεπτά και όταν πολλοί απο αυτούς, ρίχτηκαν στους δρόμους με φακούς μη ξέροντας τι αναζητούσαν, ήταν πια αργά. Όλοι πανικόβλητοι έτρεχαν με τους φακούς πάνω κάτω, ενώ η αναμενόμενη βαβούρα που συνόδευε την αναζήτηση, είχε ως αποτέλεσμα να αναμειχθούν στην υπόθεση και γείτονες μακρινοί . Παρά τις αναμεταξύ τους συζητήσεις , δεν κατάφεραν να ρίξουν φως στην υπόθεση! Σχετικά με το ποια δηλαδή ήταν εκείνη η κοριτσίστικη φωνή που τρομοκράτησε με τις κραυγές το πλήθος! Ο πατέρα της μικρής Μαρίας έμελλε να δώσει την απάντηση στις ερωτήσεις τους . Κατέφθασε ευδιάθετος ! Δεν άργησε όμως να ανησυχήσει. Άρχισε να ρωτά τον κόσμο που συναντούσε μπροστά του τι συμβαίνει, αλλά κανένας δεν φάνηκε να απαντά με σιγουριά. Μετά απο εικασίες διαφόρων εκεί στο δρόμο, άρχισε να ανησυχεί μήπως το κορίτσι για το οποίο όλοι μιλούσαν ήταν η κόρη του.
Τα στοιχεία ήταν αρκετά για να καταλήξει σε αυτό το ατυχές συμπέρασμα...
 
Η οικογένεια
 
..Γυρνάει λοιπόν σπίτι και πάει να κάνει ένα μπάνιο. Μέσα στο μπάνιο τι να δει; Βλέπει τον αδερφό της ξαπλωμένο στη μπανιέρα λουσμένο στο αίμα. Τρομάζει. Δεν ξέρει τι να κάνει! Ο παλμός του δεν ακούγεται, η καρδιά του δεν χτυπά. Δρά συναισθηματικά. Αρχίζει να τον καθαρίζει και ξεπλένει το αίμα που ήταν κολλημένο πάνω του. Ήθελε να ήταν καθαρός. Δεν μπορούσε να τον βλέπει σε αυτή την κατάσταση, μέσ'το αίμα . Ήταν ο μικρός της αδερφούλης και δεν μπορούσε να συμφιλιωθεί με την ιδέα του θανάτου του. Μετά το πλύσιμο, καθόταν απο πάνω του και τον κοιτούσε προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει την πραγματικότητα που βίωνε. Δακρύβρεχτη δεν σταμάταγε να τον περιποιείται.
Ώσπου ο ύπνος την πήρε κλεμάμμενη. Όνειρο γλυκό την βρήκε. Εκείνη, μαζί με τον αδερφό της . Κάπου στο δάσος. Έτρεχαν ανέμελα στο δάσος. Ανήλικοι ακόμη. Παλιά.
Ώσπου απρόσμενα ξύπνησε, και ευθύς, κάλεσε τους γονείς της . Εκείνοι βρίσκονταν λίγα χιλιόμετρα μακριά. Στο εξοχικό. Την είχαν ορίσει υπεύθυνη του -οχι πολύ νεότερου- αδερφού της , λίγο πριν φύγουν. Τους καλεί λοιπόν και με σοβαρότητα τους ζητά να επιστρέψουν. Καμιά νύξη περι θανάτου. Κατά την επιστροφή τους, βρήκαν την κόρη τους στη πόρτα. Τους περίμενε. Αφότου μπήκαν , τους καθοδήγησε σιωπηλά - αρνόυμενη να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση- στο μπάνιο. Εκεί αντίκρυσαν ένα λουτρό αίματος με πρωταγωνιστή τον γιο τους. Αρχίζουν να ρωτούν τα « πως και τα γιατί» αλλά η κόρη τους δεν απαντούσε . Καθόταν σιωπηλή στη γωνία , γεμάτη δάκρυα , με μάτια ενοχικά! . Ο πόνος της είχε πάρει την μιλιά. Για καιρό!
Λίγους μήνες μετά, βγήκε η ετυμηγορία.
Δολοφονία.
Και απο τότε, κάτι άλλαξε στο τρόπο που κοιτούσαν την μοναχοκόρη τους.

 

 

Μια παράδοξη φιλία

 

Μια κυρία με αρκετά επιβλητικό και αυστηρό παρουσιαστικό- που με πρώτη εντύπωση, θα νόμιζες ότι πρόκειται για μιαν αυταρχική- καταπιεσμένη γυναίκα δίχως στοργή και συναισθήματα, βάδιζε σήμερα στη αεροπαγίτου. Εκεί στον πεζόδρομο κάτω απο την όμορφη Ακρόπολη. Δεν ήταν μόνη. Συνοδευόταν απο μια πολύ ιδιαίτερη ύπαρξη, που ανέτρεπε κάθε κακή εντύπωση για την εν λόγω κυρία. Ο συνοδός της γκρέμιζε την φαινομενικά τέλεια εικόνα της.
Κούτσαινε.
Ήταν καχεκτικός.
Γέρικος.
Και σε έκανε να αναρωτιέσαι τι μπορεί να γυρεύει μαζί του, αυτή η προσεγμένη κυρία!
Ενώ λοιπόν χαλάρωνα καπνίζοντας, παρατηρούσα παράλληλα τη ομορφιά της Ακρόπολης. Την φώτιζε φανταχτερός ήλιος, που όλο και δυνάμωνε. Την έκανε να μοιάζει με λαμπερό χρυσό, πολύτιμο. Κάπως έτσι λοιπόν, σε μια τέτοια συναισθηματική έκσταση, ήρθα αντίκρυ, με αυτή την παράδοξη εικόνα.
Μια γυναίκα που προχωρούσε, απολαμβάνοντας την συντροφιά του μικρού της φίλου. Μικρός στην όψη, αλλά γεμάτος χάρη. Περπατούσε ζωηρά και εκκεντρικά. Δεν είχε κάποια πρόθεση ωστόσο να προσελκύσει προσοχή. Αποτελούσε κομμάτι του αυτή η ζωηράδα, φυσική, και δεν θα μπορούσε με κανένα τρόπο να την απαρνηθεί. Αυτός λοιπόν, ο όλος χαρά μικρός της φίλος, που έμοιαζε παράδοξο να κυκλοφορεί μαζί της, μου προκαλούσε απορίες. Τι θα μπορούσε άραγε να του προσφέρει εκείνη; Μια γυναίκα τόσο ψυχρή; Μια γυναίκα που μοιάζει να μην έχει πια ψυχή, παρα υπολλείματα της!
Απο περιέργια λοιπόν, τους προσέγγισα, γεγόνος τολμηρό για προσωπικότητες όπως εγώ. Την προσέγγισα λοιπόν και την ρώτησα για τον φίλο της. Ο φίλος της , είχε πρόβλημα στην σπονδυλική. Μια περίεργη καμπύλωση . Εξού και το κούτσεμα και το εκκεντρικό περπάτημα. Παράλληλα δεν μιλούσε. Το συμπέραινες αυτό απο μακριά. Την ρώτησα λοιπόν. "Τι είναι αυτό που σας ενώνει;" Ο φίλος της δεν μπορούσε να καταλάβει και αυτό με έκανε πιο θαραλλέα στις ερωτήσεις μου. Μου αποκρίθηκε λοιπόν, ότι ο φίλος της, παρά τα προβλήματα του, διακατάχεται απο μεγάλη ενσυναίσθηση. Κάτι που αναμφισβήτητα αποτελεί πρόσον σε μια φιλία! Γιατί όμως εκείνη; Ακόμη δυσκολευόμουν να καταλάβω πως ένα τέτοιο άτομο έχει τόσο βαθιά μέσα στην καρδιά της, μια τέτοια ιδιαίτερη ύπαρξη.
Οι ερωτήσεις μου συνέχιζαν, με τις απαντήσεις να συνεχίζουν να με αιφνιδιάζουν. Μια εξ αυτών, που την έντυσε προτού την δώσει, με μέγαλο χαμόγελο - που δυσκολευόσουν να πιστέψεις ότι εκφράστηκε απο ένα τέτοιο σκληρόδεμένο πρόσωπο- ήταν ότι δεν πρόκειται ακριβώς για φίλο. Πρόκειται για μια ύπαρξη που έχει υπο την επιμέλεια της , εδω και καιρό. ''Πρόκειται για υιοθεσία για να είναι ακριβής", είπε. Μια υιοθεσία που έγινε, όταν ο φίλος της είχε ήδη προβλήματα υγείας. Σοβαρά. Προβλήματα που του στέρησαν μια ζωή δίχως περιορισμούς. Και ομολόγησε στη συνέχεια ότι δεν προέβη σε υιοθεσία απο καλοσύνη. Μόλις τον κοίταξε για πρώτη φορά στα μάτια, εκεί στο καταφύγιο, ο πόνος αυτής της πονεμένης ψυχής εισχώρησε απρόσκοπτα μέσα της. Δέθηκαν απο τότε σε ένα τέτοιο βαθμό , όσο δεν κατάφερε ποτέ άλλοτε με άλλη ύπαρξη, είπε! Και με ένα τελευταίο χαμόγελο, αναχώρησε με τον τετράποδο φίλο της.
 
 

Το ξενοδοχείο

Καθώς έφτανε στο ξενοδοχείο με το ποδήλατό της -ανεβαίνοντας μια πολυ μεγάλη ανηφόρα – όπου είχαν αρχίσει να καταφτάνουν όλοι σιγα σιγά για τη εκδήλωση-σαφώς και η οικογένεια της- συνάντησε εκεί την αδερφή της που είχε έρθει με αμάξι ! Μπαίνοντας στο ξενοδοχείο, χαιρετούν την κοπελα της υποδοχής και καλούν το ασανσέρ . Η υποδοχή ήταν πολύ φτωχή σε διακόσμηση . Ίσως οφειλόταν στο γεγονός ότι ήταν ένα μικρό ξενοδοχείο που δεν είχαν δαπανηθεί πολλά λεφτα για τη κατασκεύη-διακόσμηση του. Παρόλα αυτά στο επάνω μέρος, εκεί οπου υπήρχαν τα δωμάτια, θύμιζε υπερπολυτελές ξενοδοχείο (πολυ καθαρό και κομψό παρα το μεγεθός του). Αφού λοιπόν περιμέναμε μια κάποια ώρα στην υποδοχή, εγώ παρατηρούσα  καλά  το μέρος ( ασανσερ, διπλα σκαλα γυριστη, δίπλα του ενα γραφειάκι και πιο δίπλα ενα δωματιάκι που ήταν ημιυπαίθριο- είχε δηλαδή ένα μεγαλο παράθυρο και στο πίσω μέρος του μια τουαλέτα-). Όταν λοιπόν ήρθε το ασανσέρ, μη γνωρίζοντας σε ποιον όροφο γινόταν η εκδήλωση που είχαμε προσκληθεί και ξεχνώντας να ρωτήσουμε την υποδοχή σχετικά με αυτή, πήγαμε στο τέταρτο όροφο. Είπαμε δηλαδη να ξεκινήσουμε την αναζητηση μας απο τον τεταρτο. Μόλις άνοιξε η πόρτα του ασανσέρ,  αντικρύσαμε ένα παράδοξο θέαμα.Αίματα στο πάτωμα και δυο ανθρώπους να παίζουν ’’ ανθρωποκυνηγητό’’ κρατώντας μάλιστα ο ένας στο χέρι του μαχαίρι. Μια  κοπέλα ταυτόχρονα, βρισκόταν  σε συγχυση,  έκλαιγε και ορυώταν. Μη θέλοντας να κάνουμε τη παρουσία μας αισθητή και συνηδειτοποιώντας ότι θα ήταν μάλλον ανώφελο, επικύνδυνο και άσκοπο να συνεισφέρουμε (καθως ήμασταν ‘’άοπλες’’ και ανίκανες να παρέμβουμε αποτελεσματικά ) , τρέξαμε γρήγορα προς τη σκάλα και κατεβήκαμε στο τρίτο όπου αντικρύσαμε ένα παρόμοιο σκηνικό. Ένα σφυρί ακουμπισμένο στο πάνω και πλατύ μέρος της σκάλας και όλες τις πόρτες του μακρύ διαδρόμου ανοιχτές. Έτσι καταλαβαμε οτι ότι αντικρύσαμε στο πάνω όροφο,  δεν αποτελούσε μεμονωμένο περιστατικό και ότι όλα αυτά τα συμβάντα αποτελούσαν μέρη ενός καθολικού φαινομένου που είχε ένα συγκεκριμενο σκοπό. Βλέποντας λοιπόν τις πορτες ανοιχτές και ακούγοντας τσιρίδες απο παντου,  καθώς και μια κοπελα πεσμενη στο πατωμα να προσπαθει να βγει απο το δωμάτιο αλλά στο τέλος να πιάνεται,  απο τα πόδια και να μας κοιτά με καποια απόγνωσ- ίσως και αηδία που  παραμέναμε αδρανείς- εμείς αρπαζουμε το σφυρί και τρεχουμε προς το κατω όροφο. Ξαφνικα συνειδητοποιουμε οτι τρεχουν δυο ακόμη ξοπίσω. Και άμα τους κυνηγούν; Αναρωτηθήκαμε ανήσυχες! Παραδόξως δεν ακούσαμε πρόσθετα  βήματα πέρα απο των τρεχάμενων ξοπίσω μας.

Στο δεύτερο όροφο,  επικρατουσε ησυχία και φαινόταν ένας όροφος που αποτελούσε ίσως προστάδιου του τρίτου. Με μια γρήγορη ματιά, ανακαλύψαμε οτι ο όροφος αυτός ηταν μικρός και δεν ειχε δωμάτια. Πριν προλάβουμε να κατεβούμε, μας αρπάζουν κάτι τύποι . Χτυπώντας το έναν με το σφυρί και τρέχοντας απο τη μεσσαία  μεριά  της σκάλας, κατάφερα να ξεφύγω και να κατέβω στο πρώτο, δίχως την αδερφή μου ωστόσο.  Τότε , ένιωσα κάποιον να με κυνηγάει αλλά με παρηγόρησε το γεγονός ότι  βρισκόμουν κοντά στη είσοδο που θα μου εξασφάλιζε την ελευθερία. Κατεβαίνοντας και τρεχοντας προς τη πορτα να βγω, ανακάλυψα έκπληκτη, ότι η πόρτα ήταν κλειδωμένη . Γύρνώντας το κεφάλι μου προς την υποδοχή , είδα μια διαφορετική κοπέλα να κάθεται στη καρέκλα αυτή τη φορά,  που να μου λέει οτι δεν υπάρχει τρόπος διαφυγής . Ότι όλα είναι κλειστά και κλειδωμένα . Αυτη καθόταν αδρανης και φαινομενικά δεν έδειχνε καμία έγνοια και ανησυχία, κάτι που με προβλημάτιζε . Ο κάτω όροφος φαινοταν άδειος και σε καθε προσπάθεια μου για να βγω έξω - μέχρι και το παραθυράκι του δωματίου έσπασα- εκείνη δεν έδινε δεκάρα. Σύνεχιζε να καθεται ήσυχη στη καρέκλα της και να κοιτά με  με υπεροπτικό υφάκι τον υπολογιστή της! Μετά  απο πολλές ώρες και πολλές αποτυχημένες προσπάθειες ακούω με φόβο να κατεβαίνει κάποιος τη σκάλα . Καποιος που συζητουσε με κάποιον αλλον . Αφου με αρπαξαν αυτοι οι δυο απο το μερος που καθόμουν, με τραβηξαν στο μικρό δωματιάκι.  Στη συνεχεια ήρθε και η κοπέλα της υποδοχής . Καθομασταν εκεί  για πολλές ώρες και με προβληματισε ιδιαίτερα που δεν κατεβηκε άλλος τόση ώρα απο τη σκάλα . Λές και σε κάθε όροφο υπήρχε συγκεκριμένη ομάδα ατομων. Τοση ώρα, το μόνο που έκαναν, ήταν να καπνιζουν. Ουτε καν που μιλουσαν . Ξαφνικα , επειδη ο καπνος ηταν απεριοριστος αποφασισαν να ανοιξουν για λιγο το παράθυρο,  εχοντας παντα στο νου τους εμένα,  που δεν είχα καταλαβει ακριβώς γιατί με κρατουσαν. Κάποια στιγμη, ο ένας πηγε τουαλετα ενω είχε αρχίσει ήδη να βραδιάζει. Εγω τοτε βρηκα την ευκαιρια να ξεφυγω . Χτυπώντας τον εναπομείναντα με το σφυρι που ειχα καλα κρυμμενο και εχοντας υποψη οτι η αλλη ειναι ανικανη να αντιδρασει καταφερα να πηδήξω σε ένα δεντρο . Ο αλλος που ήταν τουαλέτα, κουμπωσε γρήγορα το φερμουαρ του και έτρεξε ξοπίσω μου. Εγω γεματη αγχος,  πηδούσα  απο κλαρι σε κλαρι με αποτέλεσμα να κατάφερω προσωρινα να ξεφύγω . Ο άλλος επιχείρησε το ίδιο αλλα κατέληξε στο πάτωμα. Σκεφτηκα οτι θα ηταν καλύτερο να περιμενω σε καποιο σημείο κρυμμενη,  στο χωρο του ξενοδοχειο απο το να αρχισω να τρεχω,  γιατι ειχαν το πλεονεκτημα. Ετσι παρεμεινα κρυμμενη εκει μεχρι τη επομενη μέρα, μεχρι να ξημερωσει ...

Ιστορία για γερά στομάχια

Η ηρωίδα μου άρχισε να υπάρχει τότε . Όταν κουνούσα νευρωτικα την αιωρα  μου. Με σύγχυση. Δεν είναι μια όπως οι άλλες. Και η ιστορία ξεκινά έτσι.

Ημέρα πρώτη :

-καλησπέρα σας

-καλησπέρα σας

-Ευχαριστώ που δεχτήκατε να με αναλάβετε αρχικά..

- παρακαλώ.  Δουλειά μου είναι να βοηθώ. Αλίμονο άμα σας αρνιουμουν.

-καλοσύνη σας . Και άλλοι με δέχτηκαν αρχικώς και με έδιωξαν εν συνεχεία κακήν κακώς. Δεν μπορούσαν να διαχειριστούν ψυχικά την αρρώστια μου.

-τι σας οδήγησε λοιπόν εδώ πέρα ;

- Το μυαλό μου

-τι εννοείται ; γίνεται λίγο πιο συγκεκριμένη

-εννοώ ότι είναι άρρωστο.  Η σκέψη μου...Είναι αρρωστημένη.  Είμαι ακακη.  Το δηλώνω.  Αλλά η σκέψη μου είναι ένοχη για βαρυσήμαντη  εγκλήματα. Η σκέψη μου είναι αποκλίνουσα.  Συνάμα δεν υπακούει σε όρια.  Δεν μπορώ να την τιθασευσω. Πάει καιρός που δεν την ελέγχω.  Και κάθε προσπάθεια να τη λόγοκρινω αποτυγχάνει. Να...Βλέπετε...Αυτό το συνειδητοποίησα πρόσφατα. Για ένα μικροσκελές διάστημα, οι σκέψεις αυτές ήταν αποδυναμωμένες. Με τη παροδου του καιρου μολοταυτα γινοταν εντονοτερες και δυνατότερες.  Έχουν αρχίζει ήδη να κυριαρχούν επί των άλλων σκέψεων και να κατευθύνουν τις πράξεις μου. Φοβάμαι ότι άμα δεν τις καταπιεσω,  θα γίνω  έρμαιο αυτών.  Γιατί υπάρχει ο εαυτός-αυτο που είσαι/κάνεις- και η σκέψη που στη δικιά μου περίπτωση κατά κανόνα δεν συγκλίνουν. Για αυτό και ανέτρεξα σε εσάς-και σε άλλους τοσους- απεγνωσμένη για βοήθεια.  Βοηθήστε με λοιπόν να φιλτραρω -λόγοκρινω τη σκέψη μου σας παρακαλώ και εν τέλει να την ελέγχω. Να ανατρεψω ό,τι με καταδυναστεύει.

- θα προσπαθήσω να κάνω ότι καλύτερο μπορώ.  Σας ζητώ μονάχα την αμέριστη εμπιστοσύνη σας. Μόνο έτσι η θεραπεία θα πετύχει. Στο μεταξύ, πείτε μου . Ποια σκέψη αποτέλεσε αφορμή για την αναζήτηση βοήθειας ψυχαναλυτη ;

-η τελευταία μου με τρόμαξε. Αποτέλεσε αφορμή να απευθυνθώ σε ειδικό. Βλέπετε ότι σκέφτομαι αντιτίθεται στην ιδεολογία μου, τα πρέπει μου , το είναι μου . Η τελευταία σκέψη που με έκανε να τρομάξω αφορά μια κοπέλα.  Βλέπετε...Μου αρέσουν οι κοπέλες. Πάνε λίγο χρόνια που αποφάσισα συνειδητοποιημένα να ενταχθώ στο φεμινιστικό κίνημα. Η κουλτούρα του βιασμού, η κρεατοποιηση /αντικειμενοποίηση  του  γυναικείου κορμιού , η σεξουαλικοποιηση   της ρωγας , η ενοχοποίηση της τρίχας κ.ο.κ. αποτελούν θέματα γύρω από τα οποία είμαι άκρως ευαισθητοποιημένη. Αλλά δεν ξέρω.....Φοβάμαι να συνεχίσω...Φοβάμαι ότι θα αποτέλεσετε  μέρος  αυτών που σταμάτησαν τις συνεδρίες μαζί μου λόγω της αρρωστημένη φύσης μου. Φοβάμαι ότι κάτι θα βρεθεί που να σας κάνει να αλλαξοδρομησετε.

-συνεχίστε σας παρακαλώ. Δεν υπάρχει λόγος να ανησυχείτε. Εχω πολύχρονη εμπειρία σε πολυεπιπεδες παθήσεις και σύνδρομα. Πολλά...Είναι αλήθεια..Μπορεί να αποβούν επικίνδυνα.  Άλλα  χρήζουν καταγγελίας. Αλλά βλέπετε...Το ιατρικό απόρρητο σας καλύπτει. Αφεθείτε.  Αφήστε την σκέψη σας ελεύθερη και αναδιηγηθειτε.  Το ιατρείο αποτελεί χώρο που μπορείτε να εκφραστειτε ελευθερα. Σας ακουω. Συνεχιστε.

-αυτά μου είπαν και οι προηγουμενοι . Αλλά μόλις άκουσαν κάτι που τους αγγίζει,  υποχώρησαν και ευγενικά μου υπέδειξαν την πόρτα. Ωστόσο η μάτια σας μου προκαλεί αίσθημα ασφάλειας και οικειότητας. Συνεχίζω λοιπόν. Εκεί που ήμουν στην παραλία σε νοητικό επίπεδο παντα- αντικρίζω μια πενταμορφη. Όπως στο παραμύθι. Ξέρετε. Την κοιτώ,  την προσεγγίσω και απογοητευμένη συνειδητοποιώ την μη ανταπόκριση ενόψει του ερωτικού μου  καλεσματος. Έτσι μια κατακτητικη τάση άρχισε να με κυριεύει.. Ήθελα να την νιώσω θέλει η δεν θέλει. Στη σφαίρας της σκέψης πάντα, διαφορετικά είμαι δειλή και ηπιοφρονη.

-αναλυστε μου λοιπόν τη βιαιότητα που διαπραξατε.

-δεν θέλω να σχηματισετε κακή εντύπωση για μένα ούτε  να υποκίνησω την αμφιβολία σας περί των πιστεύω μου

-σας εκτιμώ ήδη. Δεν μπορώ να σας βοηθήσω ωστόσο αν δεν προσπαθήσετε . Συνεχίστε παρακαλώ.

-προτου συνεχίσω θα ήθελα να σας υπενθυμίσω τα φεμινιστικά ιδεώδη μου.

-φυσικά.  Δεν θα σας κατακρίνω οτιδήποτε και αν πείτε. Δεν είναι αυτό η δουλειά μου άλλωστε.

-..Εκεί λοποιν στη παραλία,  μετά την απόρριψη ήθελα να μεταχείριση τη  πενταμορφη σαν κρέας. Ο εγωισμός μου και η φιλαρεσκεια μου είχε θιχτει. Αποφάσισα λοιπόν να την παρακολούθησω,  να την ακολουθήσω και στο τέλος μετά το σεξουαλικό κατευνασμό να την παρατήσω. Βλέπετε ποσό σκέψη βιαστή κατέχω ! Αυτή η σκέψη αν και δεν αποτελεί την πιο νοσηρή από άλλες, με οδήγησε σε εσάς. Σας το ομολογώ.  Είμαι άρρωστη. Και αυτό αποτελεί μόνο ένα μικρό δείγμα  του αρρωστημένη μου μυαλού. Φοβάμαι γιατρέ.....

16-8-19

 

Επαφή

paprana in private